Τα καλοκαίρια αγαπώ τις πεδιάδες.
Με τα χρυσά θερισμένα τους χωράφια, τις ξεμοναχιασμένες γκορτσιές, τις συντροφιές των καβάκων να τοξεύουν αναίτια τον ουρανό,
τα σκόρπια κυπαρίσσια να υπομνηματίζουν τον έσχατο προορισμό, τις σποραδικές νωχελικές των πετεινών του ουρανού πτήσεις,
τα μακρυνά των ανθρώπων καλέσματα σε ζώα και φίλους αγαπητούς.
Τα Καλοκαίρια αγαπώ τις πεδιάδες για την ειρήνη που φέρνουν στην καρδιά ,
για την ωραία ησυχία που υποδεικνύουν σε όσους την ποθούν.
Τα καλοκαίρια αγαπώ τις πεδιάδες που φέρνουν σε κάποιους σπάνιους ανθρώπους,
που κι εκείνοι απλώνονται ήμεροι ανάμεσα σε βουνά δυσκολιών και θυμωμένων ανθρώπων τα χνώτα χωρίς να διεκδικούν πολλά,
χωρίς να επιδεικνύονται, χωρίς να κομπάζουν και να σπρώχνουν για μια θέση σε δόξες και ηδονές.
Οι πεδιάδες είναι σαν τους σπάνιους αυτούς ανθρώπους με την απέραντη αγκαλιά τους να υποδέχεται τα πάντα αναντίρρητα και να τα συμφιλιώνει,
να τα ενοποιεί μέσα στο εύρος της αποδοχής, να τα ομορφαίνει σε εξαίσιες συντροφίες.
Ακόμα και τες άτοπες και άκαιρες των ανθρώπων ανορθογραφίες οι πεδιάδες ξεύρουν να απορροφούν και να μεταλλάσσουν σε ομορφιά.
Τα θεόρατα των ηλεκτρικών στύλων στοιχεία αγάλματα φαίνονται μέσα στες ανοιχτές αγκαλιές των πεδιάδων,
σειρές αγαλμάτων μοιάζουν που οδηγούν, λιτανεία λατρευτική, σε εστίες των ανθρώπων φιλόξενες και ζεστές.
Τα άσχημα των γεννητριών του ανέμου θηρία οι πεδιάδες ενσωματώνουν ήμερα και τρυφερά και σε πλάσματα ζωντανά τα μεταλλάσσουν,
σε χέρια παιδικά που στριφογυρνούν σιγοτραγουδώντας τραγουδάκια χαρωπά.
Όλα τα υποδέχονται οι πεδιάδες οι καταδεκτικές με τα θερισμένα τους τα χρυσά και τα πλάσματά τους τα ζωντανά.
Έτσι και κάποιοι άνθρωποι σπάνιοι, καταδεκτικοί που δεν ξεύρουν να απορρίπτουν, να διώχνουν, να απωθούν , παρά μονάχα γνωρίζουν την τέχνη της αγκαλιάς,
την τέχνη της αποδοχής και της μεταμόρφωσης της βιοτής σε ωραιότητα και ομορφιά.
Τα καλοκαίρια αγαπώ τες πεδιάδες της στεργιάς.
Εικαστικό: Απο την εικονογράφηση του Ήλιου του Ηλιάτορα του Ο. Ελύτη. Αυγοτέμπερα σε ξύλο.