Μενού
«Γενέθλιο»

 Όταν τα χρόνια περνούν,
 όταν οι άνθρωποι φεύγουν μαζί  με τις στιγμές
κι εσύ… 
εκεί πίσω μένεις να μετράς
τις μέρες, τις ώρες
τις ζωές που πέρασαν εμπρός σου
 κι ύστερα με το άπειρο
του χρόνου ενωθήκαν…

Τότε...
Μία ανάγκη την ψυχή σου κυριεύει
και την άκρη του νήματος ποθεί να πιάσει
και σε εκείνον τον δρόμο να βαδίσει
και σε εκείνον τον τόπο να οδηγηθεί,
όπου το καλό μονάχα
θα ζυγιάζει
το όμορφο θα μετρά
 το ωραίο θα βλέπει
τους πόνους τους καυτούς
θα λησμονά,
και την πικρίλα
που το σώμα κάποτε το φαρμάκωσε
θα φτύνει.
 Κι ύστερα τα ματόφυλλα αργά
 θα κλείνει
και στη σιωπή θα δακρύζει
για τις ώρες που φύγαν
 και δε χαμογέλασε
για τις μέρες που κύλησαν
και δεν γαλήνεψε
για τα χρόνια που πέρασαν
και δεν αγάπησε.
Αφορίας καιρός
ο καιρός του εύθραυστου  «εγώ».
Εφορίας  καιρός,
 ο καιρός της ωραίας ψυχής,
που τον κόσμο θωρεί
με μάτια παρθένα.
 Πολλά πράγματα ποτέ μου
δεν ηθέλησα.
Μόνο τον Θεό μου θέλησα
κι ένα κομμάτι ουρανό
που κάδρο το'καμα
και μέσα
τους ανθρώπους έβαλα
μαζί και μένα.
Τις άλλες τις μικρές και όμορφες στιγμές
πάντα τις είχα
με του παιδιού τη ζωγραφιά
με των πουλιών τη μουσική
 με του ποιητή τους στίχους
με της καρδιάς την προσευχή.
 Κι αν κάποτε η ύλη με φυλάκισε
κι η ψυχή μου σε δρόμους πλανήθηκε
όπου η ματιά θωρούσε
μόνο το δικό μου εγώ…
Κι αν….κι αν….
Πάντα η ώρα ερχόταν

που το θάμα γινόταν
κι άλλοτε ο ήλιος με τη θάλασσα 

σίμωναν την ψυχή μου
κι άλλοτε ο άνεμος με τη βροχή
το χιόνι με τις μυγδαλιές
το ρόδο και το δάκρυ
κι απ´τα δεσμά με ελευθερώναν
και τον δρόμο μού δείχναν
  που τον περπατά κανείς
μόνο όταν
«Αγαπά πολύ».
              ΤΒΜ